Αν είσαι Έλληνας ένας είναι ο Μίκης.
Όταν ήμουν βέβαια τριών χρονών πάλι ένας ήταν ο Μίκης. Αυτός του Ντίσνεϊ, με το κόκκινο παντελονάκι, με την φίλη του την Μίνυ και τον Πλούττο(με 2 τ για να μην τον μπερδεύουμε στη μετάφραση).
Τον πρώτο Μίκη, τον Θεοδωράκη, τον θυμάμαι πρώτη φορά λίγο πριν τα 5α μου γενέθλεια. Μια συναυλία στην τηλεόραση, που παρακολουθούσαν οι γονείς, και την απολάμβανα μαζί τους. Μέχρι τη στιγμή που άρχισε να τραγουδάει ο συνθέτης.
Έκλεισα τα αυτιά κι άρχισα να κλαίω. Οι γονείς βέβαια, να μην ξέρουν τί είχε συμβεί. "Δεν μπορεί ο παππούς να μην τραγουδάει;"
Κι εκεί ο παπάκης μου ο καλός, μου εξήγησε τί θα πει συνθέτης. Ποιός είναι ο Μίκης Θεοδωράκης.
Ήταν η πρώτη φορά που συνειδητοποίησα μάλλον το ταλέντο της φωνής. Και σε τόση μικρή ηλικία, εννοείται πως φαινόταν πολύ μεγαλύτερο δώρο από αυτό του μουσικού δημιουργού. Για τέσσερα ακόμη χρόνια, μέχρι να συνειδητοποιήσω την νοητική υπεροχή της σύνθεσης, μέσα από την πρώτη γνωριμία στο πιάνο με τον Μπετόβεν και τον Μότσαρτ (που απορρίφθηκαν για χάρη των Ρομαντικών, στην εφηβεία, και τώρα προσπερνούνται για χάρη του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ αλλά και του Ροχμάνινοφ και του Σοστακοβιτς).
Στο σπίτι μας, ο παπάς άκουγε πολύ συχνά τη μουσική του. Σχεδόν αποκλειστικά τους Κύκλους τραγουδιών του. Μπορεί να ήταν και το βάλσαμο που τον φύλαξε στα χρόνια των σπουδών, μετά την εισβολή. Αν τον ρωτήσεις, αυτό θα σου πει. Μπορεί να το μοιράζεται με άλλους φοιτητές εκείνων των χρόνων, δεν ξέρω. Για τη γενιά τους και την αγάπη της για τον Θεοδωράκη, είχε μιλήσει αρκετές φορές ο αλησμόνητος Μάριος Τόκας.
Φεύγοντας από το σπίτι, χωρίς να το έχω συνειδητοποιήσει, μαζί με τις μουσικές της γενιάς μας, κράτησα τους "Έλληνες λαϊκοκλασσικούς" του 20ού αιώνα, τον Θεοδωράκη και τον Χατζηδάκι. Σαν ένα μέρος της παράδοσης μας, μαζί με τα κυπριακά τροβαδούρικα, τον ελληνικό καφέ, το χαλλούμι, και την κυπριακή ανοιχτοκαρδίαση.
Για τη μουσική του Θεοδωράκη η γνωσιακή μου ακτίνα αγκάλιαζε τον Επιτάφιο, τις Όπερες του, και τη Ρωμιοσύνη, με συν πλυν τραγούδια.Και το Ορατόριο Canto General.
Μέχρι προχτές. Που μου άνοιξε τα μάτια ένα γαλλογερμανικό κανάλι, το αγαπημένο μου τηλεοπτικό κανάλι ουσιαστικά. Ήθελα να παρακολουθήσω το τηλεοπτικό αφιέρωμα στην Σούζαν Σόννταγκ, κορυφαία αμερικανίδα διανοούμενη (γνωστή κυρίως για τα έσσεϊς της), που έφυγε πριν μερικά χρόνια.
Στο διάλειμμα, διαφήμισαν το αμέσως επόμενο τους αφιέρωμα. Στον Μίκη Θεοδωράκη.Μια πολύ όμορφη απόπειρα της γερμανικής τηλεόρασης για αυθεντικό ντοκυμαντέρ χωρίς σχόλια και τρίτους, μόνο τον δημιουργό, τη μουσική, και τους ερμηνευτές. Βιογραφία και παράλληλη παρουσίαση 7 δεκαετιών σύνθεσης, από την εφηβική του "Λειτουργία της Κασσιανής" μέχρι Σήμερα.
Ντράπηκα, που μέχρι τώρα δεν ήξερα την "Κασσιανή"του, που είχε γράψει στην εφηβεία ή ότι έχει γράψει όλα τα είδη μουσικής. Την ελαφρότυτα με την οποία προσπερνάμε οι νεοέλληνες, ειδικά οι Κύπριοι, τον Εμφύλιο, τα Νησιά Φυλακές, και την Εξορία.
Μου έκανε εντύπωση η σεμνότητα των νεανικών του χρόνων, ενώ ήδη έγραφε μουσική, ζήτησε να διδαχτεί. Και στην Αθήνα, και στην Εξορία.
Η σημασία του "να είσαι μαθητής όλη σου τη ζωή". Σημαντική η τήρηση της συμβουλής.
Δυνάμωσα τον ήχο.
Ξύπνησε και ο Λάβης, που είχε αποκοιμηθεί στον καναπέ, πριν καν αρχίσει το αφιέρωμα στην Σούζαν Σόννταγκ.
Στην αρχή πήγε να γκρινιάξει, για το ελληνικόν του θέματος. Άρχισε όμως η μουσική, η διήγηση, μαγεύτηκε κι αυτός. Θυμήθηκε την ακύρωση του Μαουντχάουζεν από την Αυστρία, λίγες μέρες προηγουμένως για δήθεν αντισημιτισμό, και ήθελε να δει ποιός είναι αυτός ο παππούλης, αν αξίζει την κατηγορία ή όχι.
Το τελευταίο ξεχάστηκε. Οι κατηγορίες εξατμίστηκαν μέσα από το Έργο του.
Στα 28 συνειδητοποιείς γιατί τον λάτρεψαν οι μεγαλύτεροι. Τη δίψα που έσβηναν τα τραγούδια του, μετά την τραγωδία του 74 αλλά και την πτώση της Χούντας. Την ανάγκη για επανακρόαση τους Σήμερα.
Ο διάλογος με την Μούσα!
Συγκίνηση. Απέραντη συγκίνηση.
Και ο Λάβης να διερωτάται γιατί δακρύζει με τις μελωδίες.
Μήπως για τον ίδιο λόγο που οι Παγοχωρίτες λιώνουν με την ακρόαση είτε απλού τραγουδιού είτε όπερας είτε συμφωνίας, φτάνει να έχουν γραφεί από τον Θεοδωράκη;
55 λεπτά δεν φτάνουν για το πορτρέτο ενός από τους Συνθέτες, για τη μουσική του οποίου δεν διανοούμαστε την πιθανότητα διαγραφής της από την Ελληνική και την Ευρωπαϊκή Μνήμη.
Εν αδύνατο νομίζω να περιγράψεις με λόγια το μεγαλείο του έργου του Θεοδωράκη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜόνο με συναισθήματα.
the Passenger μου,
ΑπάντησηΔιαγραφήμε έντονα συναισθήματα.
:))))))))))))